Σάββατο 29 Αυγούστου 2015

Στο 4ο Σεμινάριο Εβρίτικης Γκάιντας



Αθήνα, 25/8/2015

Βρίσκομαι πλέον στην Αθήνα, στο γραφείο μου. Μετά από μια εβδομάδα γεμάτη ήχους, εικόνες, συναισθήματα, σκέψεις, αναστοχασμούς και 3000 χιλιόμετρα οδήγησης... Επιστρέφω από το 4ο Σεμινάριο Εβρίτικης Γκάιντας. Επιστρέφω χαρούμενος και πλήρης. Δόξα τω Θεώ... Το εισέπραξα σε κάθε βήμα. Σε κάθε μάθημα. Σε κάθε γλέντι... Μέσα από την επαφή με παλαιούς και νεότερους φίλους. Είναι αυτό το μοναδικό αίσθημα ότι πραγματικά άξιζε τον κόπο.

Όποτε σκέφτομαι για το Σεμινάριο μου έρχεται στο μυαλό η παροιμία που λέει: "Έχουμε το λεμόνι, ας κάνουμε τη σούπα". Το "λεμόνι" στάθηκε ο ξενώνας του Δήμου Διδυμοτείχου. Ένα καταπληκτικό διώροφο ξυλεπένδυτο κτήριο των αρχών του 20ου αιώνα, το οποίο έχει ανακαινιστεί και χωρά μέσα πάνω από είκοσι κρεβάτια. Πριν τέσσερα χρόνια, λοιπόν, εκεί που συζητούσαμε με τον Σαρσάκη, τον Δεντσίδη, τον Συναπίδη, τον Χατζιάρα και τους άλλους, έπεσε η ιδέα για να διοργανώσουμε ένα σεμινάριο για την γκάιντα. Η ιδέα άρεσε πολύ στα παιδιά, ωστόσο ο δισταγμός ήταν εύλογος. Συζητήσεις επί συζητήσεων, σκέψεις, προβληματισμοί... Πώς να διδάξεις ένα όργανο σαν την γκάιντα; Ένα όργανο που έχει τόσο λατρευτεί αλλά και λοιδωρηθεί; Που είναι το σύμβολο ενός ολόκληρου κόσμου, από τον οποίον, τα μεταπολεμικά χρόνια, όλοι ήθελαν να φύγουν τρέχοντας; Πώς να διδάξεις ένα όργανο, για το οποίο οι παλαιότεροι έχουν μια δύσκολα ερμηνεύσιμη -σε πρώτο επίπεδο- αμφίθυμη σχέση; Από τη μια, δείχνουν να το υποτιμούν, ενώ από την άλλη αρκούν οι πρώτες νότες του για να κάνουν τα μάτια τους να βουρκώνουν; Και μέσα σ' όλον αυτόν τον κόσμο εγώ, ο οποίος στον Έβρο έπεσα με αλεξίπτωτο, άγνωστος μεταξύ αγνώστων, και αξιώθηκα να βιώσω τον μαγικό του ήχο και να τον μελετήσω... Πώς λοιπόν να διδάξεις την γκάιντα;

Εδώ αρχίζει η ιστορία των σεμιναρίων. Για το στήσιμό τους ανακατεύτηκε η εμπειρία μου από την έρευνα της περιοχής, η θητεία μου στο Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής της Άρτας, η καλή διάθεση όλων, η εν λευκώ σύμπλευση όλων των παππούδων γκαϊντατζήδων και φυσικά η τύχη!.. Το στοίχημα, με απλά λόγια, είναι να βρεθεί κοινός τόπος ανάμεσα στους παππούδες γκαϊντατζήδες της περιοχής και στους νεότερους γκαϊντατζήδες, οι οποίοι συνήθως δεν κατάγονται από τον Έβρο και δεν έχουν κάποια βιωματική σχέση με την περιοχή. Έτσι, στις δράσεις του Σεμιναρίου υπάρχουν τα αλληλοδιδακτικά εργαστήρια, όπου οι νεότεροι γκαϊντατζήδες παίζουν μεταξύ τους υπό την καθοδήγηση κάποιου πιο δεξιοτέχνη. Οι συμμετέχοντες χωρίζονται σε ομάδες με μικρό αριθμό μελών και κάθε μισή ώρα περίπου οι ομάδες εναλλάσσονται, ώστε να παίξουν όλοι με όλους. Υπήρξαν και εργαστήρια για τελείως αρχάριους. Άλλη δράση είναι το μάθημα με παλαιό γκαϊντατζή: εκεί έχουν την ευκαιρία να τον ακούσουν, να εστιάσουν στα χέρια και στις ιδιαίτερες τεχνικές του, να βιντεοσκοπήσουν αν το επιθυμούν και, φυσικά, να παίξουν όλοι μαζί στο τέλος. Παράλληλα γίνονται και ειδικές διαλέξεις ή συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης όπως έγινε εφέτος, με ειδική θεματολογία κάθε φορά. Όλα αυτά γίνονται στον χώρο του σεμιναρίου. Κάθε βράδυ γίνεται "εφαρμογή" σε γλέντια που οργανώνονται σε διαφορετικό κάθε φορά χωριό, ώστε από τη μια να γίνεται "διάχυση" του Σεμιναρίου στα χωριά, από την άλλη να ξεφεύγουμε από την στείρα διδασκαλία και να βλέπουμε πώς αυτά που λέμε εφαρμόζονται στον πραγματικό κόσμο. Και το σημαντικότερο: όλα τα παραπάνω λαμβάνουν χώρα σε μια ατμόσφαιρα "κοινότητας" μια και η συμβίωση στον ξενώνα φέρνει κοντά ανθρώπους με διαφορετικό υπόβαθρο και καταγωγή, και διαφορετικές εμπειρίες. Για πέντε ημέρες όλοι λειτουργούμε ως μια κοινότητα. Μέσα στην κοινότητα αυτή γίνεται η πιο ουσιαστική δουλειά και είναι ό,τι πιο πολύτιμο, κατά τη γνώμη μου, έχει να προσφέρει αυτό το Σεμινάριο: την άτυπη μάθηση. Μια ιδιαίτερα γόνιμη ατμόσφαιρα η οποία υπάρχει τόσο στις "γκαϊντοκουβέντες" που υπάρχουν παντού, όσο και στις ατελείωτες συζητήσεις στην αυλή του ξενώνα, οι οποίες κρατάνε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες... Στόχος του Σεμιναρίου δεν είναι να δημιουργήσει δεξιοτέχνες του οργάνου. Δεν είναι δυνατόν να μάθει κανείς γκάιντα σε πέντε μέρες... Στόχος του Σεμιναρίου είναι να δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε να κατανοήσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι την γκάιντα και τον κόσμο της. Να λειτουργήσει ως ο ενδιάμεσος κρίκος ανάμεσα στους παππούδες και στους νεότερους/ξένους. Το Σεμινάριο χαρακτηρίζεται από μια "κειμενικότητα". Που θα πει ότι τα πάντα είναι δομημένα έτσι, ώστε όποιος παρακολουθήσει όλες τις δράσεις του να έχει αποκομίσει μια σφαιρική εικόνα για την γκάιντα, τους ανθρώπους της και τις μουσικές της. Πάνω απ' όλα, όμως, φιλοδοξία μας είναι η ετήσια αυτή συνάντηση να λειτουργήσει ως μια μετα-κοινότητα, μέσα από την οποία το όργανο θα αποκτήσει νέα ζωή.

Έτσι, λοιπόν, και εφέτος έλαβε χώρα το Σεμινάριο. Τη φορά αυτή τα μαθήματα έγιναν στο 1ο Δημοτικό Σχολείο Διδυμοτείχου. Ένα καταπληκτικό κτήριο, ό,τι καλύτερο για διδασκαλία, το οποίο εγκαινιάστηκε το 1911. Το παρακολούθησαν τριάντα άτομα: δεκαπέντε γκαϊντατζήδες, τέσσερις λυράρηδες, τρεις καβαλτζήδες και αρκετοί ακροατές. Ανάμεσα στους συμμετέχοντες και ο καθηγητής Γιάννης Πραντίσδης, ο οποίος ήρθε για δεύτερη φορά, τη φορά αυτή μαζί με τον γιο του, Δήμο. Η συμβολή τους ήταν καθοριστική, τόσο στις συζητήσεις, όσο και στην εκδρομή που οργανώθηκε την τρίτη ημέρα, όπου επισκεφτήκαμε το χωριό Ακ Μπουνάρ, στη Βουλγαρία. Θέλω ακόμα να μνημονεύσω την ιδιαίτερα σημαντική προσφορά του γκαϊντατζή Στέργιου Ματακάκη, παλαιού φοιτητή μου από την Άρτα, ο οποίος συντόνισε τα αλληλοδιδακτικά εργαστήρια χάρις στη γνώση και την εμπειρία του και κέρδισε τον σεβασμό όλων, παλαιότερων και νεότερων. Τέλος, όσα και να πω για τη φίλη και συνοδοιπόρο μου, Σμαράγδα Διακογιάννη, είναι λίγα. Στη Σμαράγδα χρωστάμε όλοι μας την οργάνωση και τον συντονισμό, χάρις στον σπάνιο συνδυασμό αγάπης και ανιδιοτελούς προσφοράς που τη χαρακτηρίζει!

Γκαϊντατζήδες στα θρανία!..

Το πρόγραμμα ήταν αυτό


Πρώτη ημέρα. Το πρωί έγινε μια γενική εισαγωγή στο πνεύμα του Σεμιναρίου, στους σκοπούς και τους επιδιωκόμενους στόχους και έγινε το πρώτο αλληλοδιδακτικό εργαστήριο ή η "ώρα της δημιουργικής φασαρίας". Πρώτος - πρώτος έδωσε το παρών ο Στρατής Γιαγτζίδης. Ο Πρόεδρος του Συλλόγου "Ιωάννης Δούκας Βατάτζης", ο οποίος δεν έχασε ούτε λεπτό από το Σεμινάριο!

Στρατής Γιαγτζίδης. Ο Πρόεδρος
 

Απόγευμα. Ασβεστάδες. Βάσει του προγράμματος θα πηγαίναμε στις 6. Όλες τις ημέρες το είχα βάλει στις 6, με σκοπό να κάνουμε και αντιφωνικό τραγούδι. Αυτό εκ των πραγμάτων δεν λειτούργησε. Σε όλα τα χωριά οι γυναίκες μας είπαν να πάμε κατά τις 8, ώστε να μην κάνει ζέστη. Χόρεψαν πρώτα "με το στόμα" και μετά πιαστηκαμε με τις γκάιντες, μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Η πρώτη βραδιά, στους Ασβεστάδες, ωστόσο, σημαδεύτηκε από ένα απροσδόκητα ευχάριστο γεγονός. Στους συμμετέχοντες ήταν και ο Ιωσήφ Τσομπανόπουλος, από τη Μελβούρνη της Αυστραλίας. Έρχεται στην Ελλάδα κάθε δύο χρόνια και, για δεύτερη φορά, συμμετέχει στο Σεμινάριο. Είχε έρθει μαζί με την κοπέλα του, μια φίλη κι έναν φίλο του. Τα κορίτσια έμεναν σ' ένα ξενοδοχείο. Το μεσημέρι, μετά το φαγητό, με σταμάτησε με λίγο δισταγμό και με ρώτησε αν υπάρχει κάποιο τυπικό για το πώς θα μπούμε στο χωριό. Του είπα πως όχι... Με ρώτησε τότε αν θα γινόταν να μπούμε εν πομπή, γιατί θα ήθελε να κάνει πρόταση γάμου στην κοπέλα του... Ήταν πραγματικά απίστευτο! "Και βέβαια! Συνεννοήσου με τη Σμαράγδα για τις λεπτομέρειες" του είπα. Έτσι κι έγινε. Συγκεντρωθήκαμε όλοι μαζί στην είσοδο του χωριού. Στην πλατεία ο Πραντσίδης, ο Θύμιος Ουλιανούδης και οι γυναίκες ετοίμαζαν την έκπληξη. "Θα σας κάνουμε σήμα" με πήρε στο τηλέφωνο και μου είπε ο Θύμιος. Ο Ιωσήφ είχε πει στην κοπέλα του να τον βιντεοσκοπεί, και καλά, και όταν θα μπαίναμε θα της έκανε πρόταση. Έτσι κι έγινε. Μπήκαμε... Συγκαθιστό... η ανυποψίαστη κοπέλα να βιντεοσκοπεί... Πάνω στο συγκάθισμα ο Ιωσήφ της παίρνει το κινητό από τα χέρια και το αφήνει σε ένα τραπέζι. Γονατίζει μπροστά της, βγάζει το δαχτυλίδι και την ρωτά αν θα τον παντρευτεί. Στο μεταξύ ή Λίτσα και οι γυναίκες τραγουδούσαν το "Έβγα μάνι μ' να δεις ο γιος σ' τι σ' φέρνει", τραγούδι του γάμου. Περιττό να πω τι έγινε εκείνη τη στιγμή... Η κοπέλα τα έχασε. Έκλαιγε. Όλοι μας κλαίγαμε... Ζούσαμε ηρωικές στιγμές... Χορός... ξέσπασμα... Από μικροφώνου ο Σύλλογος πρότεινε στον Ιωσήφ να γίνει κουμπάρος στον γάμο του.

Η βραδιά εξελίχτηκε όπως θα περίμενε κανείς να εξελιχθεί στους Ασβεστάδες, από ανθρώπους που χορεύουν ακόμη και με το δελτίο καιρού... Κουλουριάσματα μέχρι τελικής πτώσεως, τραγούδια, γκάιντες, περιποίηση, φαγητό, ποτό... Μια αξέχαστη βραδιά που την οφείλουμε στο χωριό και στον Σύλλογό τους, οι οποίοι γι' άλλη μια φορά μας αγκάλιασαν. Και είναι πραγματικά πολύ ωραία να βλέπεις όλο το χωριό μονιασμένο να χορεύει και μέσα στο χορό να πλεκόμαστε και όλοι εμείς. Το Σεμινάριο, λοιπόν, ξεκίνησε συμβολικά με μια πρόταση γάμου.

Συμφωνία για γκάιντα και κινητά...






Χορεύοντας στην πλατεία των Ασβεστάδων


Χορεύοντας στην πλατεία των Ασβεστάδων

Χορεύοντας στην πλατεία των Ασβεστάδων


Μεταξύ φωτός και σκιάς στην πλατεία των Ασβεστάδων

Χορεύοντας στους Ασβεστάδες



Ασβεστάδες

Από τη θεωρία στην πράξη...


Ασβεστάδες



Ο πάππου-Θεοδόσης


Αγγίζοντας τον ήχο...

Αγγίζοντας τον ήχο...
"Το αγκάθι που τρυπά από μικρό του δείχνει" (παλαιά παροιμία)

Στους Ασβεστάδες

Δεύτερη ημέρα. Το πρωί, έλαβε χώρα μια μικρή αλλαγή στο πρόγραμμα. Επειδή ο Γιάννης και ο Δήμος Πραντσίδης θα έφευγαν την Παρασκευή το πρωί, σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να κάνουμε την Τρίτη την συζήτηση για το ρεπερτόριο που είχε προγραμματιστεί για την Παρασκευή, ώστε να μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε την παρουσία τους. Έτσι κι έγινε. Άρχισα εγώ να μιλάω για τη διάκριση φωνητικού και οργανικού ρεπερτορίου, για την έννοια της περιοδικότητας και την έννοια της παρατακτικότητας και το πόσο στενά συνυφασμένη είναι η γκάιντα με τη διάρθρωση του παλαιού χορευτικού ρεπερτορίου του οργάνου. Όταν ήρθε η σειρά του Πραντσίδη να μιλήσει είπε το εξής χαρακτηριστικό: "Τόση ώρα ήταν σαν να μίλαγες για το χορό". Άρχισε λοιπόν να μιλά για τα ίδια φαινόμενα που ανέπτυξα εγώ από τη σκοπιά της συστηματικής μουσικής ανάλυσης και από τη σκοπιά της οργανολογίας, τη φορά αυτή από τη σκοπιά του χορού. Πραγματικά μοναδική εμπειρία!

Στέργιος Ματακάκης, Δημήτρης Δεντσίδης

Το βράδυ πήγαμε στο Ελληνοχώρι. Η διάθεση χαλαρή. Βέβαιοι ότι όλα θα λειτουργήσουν κανονικά. Τα ηχητικά μας φτωχά και ταπεινά. Ένα μικρό μικτάκι που έπαιρνε δύο μικρόφωνα κι ένας μικρός ενισχυτής για ηλεκτρική κιθάρα. Στην αρχή ο ήχος ήταν άστα να πάνε... Σταδιακά όμως, χάρις στην εμπειρία και το πείσμα του Ματακάκη ο ενισχυτής τοποθετήθηκε ψηλά, ώστε να ακούνε όλοι στην πλατεία, τα μικρόφωνα ρυθμίστηκαν έτσι ώστε να βγάλουν τον καλύτερό τους εαυτό... Το αποτέλεσμα ήταν παραπάνω από ικανοποιητικό. Ο κόσμος για δεύτερη φορά, τη φορά αυτή στο Ελληνοχώρι, χάρηκε, γλέντησε, χόρεψε και οι γκαϊντατζήδες του Σεμιναρίου, μαζί με τους άλλους μουσικούς, συνέπραξαν δημιουργώντας μια μεθυστική ατμόσφαιρα!..

Στο Ελληνοχώρι

Γκάιντες στο Ελληνοχώρι

Γκάιντες στο Ελληνοχώρι

Στην πλατεία στο Ελληνοχώρι

Στην πλατεία στο Ελληνοχώρι

Στην πλατεία στο Ελληνοχώρι



Την τρίτη ημέρα πήγαμε εκδρομή στο Ακ Μπουνάρ, ένα χωριό της περιοχής του Καβακλί, στη Βουλγαρία. Ξεκινήσαμε το πρωί από το Διδυμότειχο. Μπήκαμε Βουλγαρία κατά τις 11 και συνεχίσαμε για Καβακλί. Μετά από μια σύντομη αναφορά για την ιστορία της πόλης από τον Γιάννη Πραντίδη, περπατήσαμε στον κεντρικό πεζόδρομο και στα στενά. Προσπαθούσα με το μυαλό μου να αναπλάσω αυτή την πόλη, όπου κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο, η οποία είχε αστική ανάπτυξη και ανεπτυγμένο εμπόριο και γράμματα ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα. Κτήρια μισοερειπωμένα, κατάλοιπα της προ-ανταλλαγής περιόδου, πλέκονταν με σοσιαλιστικής αρχιτεκτονικής κιβωτιόσχημες πολυκατοικίες, γρανιτένιες πλατείες με ρεαλιστικές απεικονίσεις και αγάλματα, αλλά και μετασοσιαλιστικά σούπερ μάρκετ και καφετέρειες.


Το μάτι μου έπεσε σ' ένα μαγικό σπίτι, με μπλέ πρόσοψη και αυλίτσα... Ο χρόνος είχε αφήσει ανεξίτιλα τα σημάδια του πάνω του. Άφησα την ομάδα να προχωράει κι εγώ μπήκα δειλά-δειλά στην αρχή, πιο θαρρετά στη συνέχεια, στην αυλή. Φωτογράφιζα με μανία... Δίπλα ήταν δυο-τρεις εργάτες, μάλλον Κατσίβελοι, που ανακαίνιζαν το διπλανό σπίτι. Γνώριζαν καμιά δεκαριά λέξεις στα ελληνικά και προσπαθούσαμε να συνεννοηθούμε από πού είμαι, τι κάνω... Επιστράτευσα κι εγώ όσα ελληνικά, αγγλικά, τούρκικα και ρομανί γνώριζα και προσπαθούσαμε να βγάλουμε άκρη. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι ήταν αυτό που με έκανε να θαυμάζω σε αυτό το μισογκρεμισμένο σπίτι. "Καλό σπίτι, ε;" Με ρωτάγανε μισοειρωνικά, μισοσοβαρά, μισοαστεία. "Καλό, καλό", απαντούσα. Η ίδια ερώτηση μετά: "Καλό σπίτι, ε;" "Ναι, ναι", απαντούσα. Και φωτογράφιζα... Όταν γύρισαν και οι άλλοι τους πήρα σχεδόν με το ζόρι για να δουν αυτό το σπίτι. Τότε ο Πραντσίδης θυμήθηκε ότι εκεί έμενε, όταν είχε πρωτοπάει στο Καβακλί, τέλη του '80, ένας παππούς που προθυμοποιήθηκε να τους κεράσει μ' ένα κρασί καλό που είχε καβαντζωμένο, ωστόσο ο φόβος για τις ερωτήσεις που θα πέρναγε στην Ασφάλεια στη συνέχεια τον έκανε να μαγκωθεί... Πώς τα φέρνει η ιστορία...

Στην κεντρική πλατεία στο Καβακλί
Το σπιτάκι, όπως μας κρύβεται από το δρόμο
Η σκαλίτσα...
Από την εσωτερική αυλή
Από την εσωτερική αυλή
Η εσωτερική αυλή
Από την εσωτερική αυλή
Η πρόσοψη


Πρόσοψη
Πρόσοψη
Πρόσοψη
Πρόσοψη
Πρόσοψη
Το μπαλκονάκι...
Πρόσοψη
Πρόσοψη
Σοσιαλιστική περίοδος
Καφετεριάραα!!
Στην κεντρική πλατεία
Μετά το Καβακλί πήγαμε στο γυναικείο μοναστήρι της Αγίας Τριάδας. Ένα πολύ σημαντικό προσκύνημα της περιοχής, το οποίο αποτελούσε πόλο έλξης για τα γύρω χωριά στο πανηγύρι του. Ο Γιάννης μας μίλαγε για τους χορούς που λάμβαναν χώρα εκεί κι εμείς απομέναμε να πασχίζουμε να αφουγκραστούμε κάποιον απόηχο από τις γκάιντες και από τα τραγούδια μέσα από το κελλάρυσμα του νερού στο διπλανό ποταμάκι. Καθαριότητα... Λουλούδια... Ηρεμία... Τα ξύλινα μπαλκόνια, η μοναξιά και η ηρεμία να φέρνουν στο μυαλό σκέψεις και αισθήσεις, να τις εξαγνίζουν και να τις εξαϋλώνουν προσφέροντάς σου το ανεκρίμητο δώρο της γαλήνης... Σε λίγο βρήκαμε μια καλόγρια. Τη διακόψαμε από τον μεσημεριανό της ύπνο και διαπιστώσαμε ότι δεν ήμασταν οι μόνοι στο μοναστήρι. Μας άνοιξε την εκκλησία. Μπήκαμε να προσκυνήσουμε. Το φως στον νάρθηκα γλυκό και υπερβατικό. Δεν μπορούσα παρά να παρακαλέσω τις δύο Μαρίες να μου ποζάρυν για να τις φωτογραφήσω σε αυτό το φως... Αναχώρηση...

Η είδοδος του μοναστηριού
Έξω από το μοναστήρι
Μπαίνοντας...
Μπαίνοντας...
Το μουσειάκι
Εσωτερική άποψη
Ταφόπλακες με ελληνική γραφή
Η Σμαράγδα
Οι δυο Μαρίες
Στην αυλή
Στην αυλή
Στην αυλή
Η είσοδος του μουσείου
Επόμενη στάση, το Ακ Μπουνάρ. Ένα ελληνοχώρι, 30 χιλιόμετρα από το Καβακλί. Οι παλαιοί μίλαγαν τα ρωμαίικα, τα θρακιώτικα ρωμαίικα, τα οποία μοιραία έχουν επικαλυφθεί από τα Βουλγάρικα στις μέρες μας. Μήπως το ίδιο δεν συμβαίνει και με τα δικά μας τα θρακιώτικα που έχουν εξαχνιστεί από το νεοελληνικό ιδίωμα; Τέλος πάντων... Πρώτη στάση το στο εθνογραφικό μουσείο. Μια γεροδεμένη γυναίκα, λες και ήταν βγαλμένη από cult σοβιετική ταινία, ήταν η διευθύντρια. Μας ξενάγησε στο μουσείο, το οποίο ήταν κάποτε το κονάκι του τοπικού μπέη. Οικιακά σκεύη, φωτογραφίες, φορεσιές, μουσικά όργανα, πήλινα σκεύη, αλλά και παλαιοντολογικά ευρήματα συνθέτουν το περιεχόμενό του. 

Έξω από το Εθνολογικό Μουσείο
Ευτυχώς που δεν υπάρχει αντιπαροχή...
Η πυροστιά με την άλυσσο
Αισθητική, όχι αστεία!..
Πιάτα, λάμπες, κατσαρόλες, ράφια...
Πιάτα, πιατάκια...
Μπουρί γκάιντας
Αντρική φορεσιά με φλογέρα
Κιούπια, κεραμικά
Οικιακά σκεύη
Απολιθώματα
Η διευθύντρια, με τη βοήθεια μιας φίλης, τραγουδίστριας, της Νταρίνα που μας μετέφραζε, μας μίλαγαν για το χωριό, για την ιστορία, για τους κατοίκους. Όμως, εμένα τα μάτια μου ήταν συνέχεια κολλημένα πάνω στη μπαμπω-Στάμω. Μια 94χρονη γιαγιά, με μυαλό ξουράφι, η οποία μιλούσε θρακιώτικα με λέξεις και εκφράσεις να χάνονται στο χρόνο και όλους εμάς να προσπαθούμε να πιάσουμε το νήμα. Συναντήθηκε μετά από χρόνια με τον Γιάννη Πραντσίδη. Χαιρετίσματα, ερωτήσεις για παλαιούς γνωστούς... Σαν να μην πέρασε μια μέρα.
Γεννήθηκε πριν την ανταλλαγή. Τα μάτια της έχουν δει πολλά... Τους Έλληνες να φεύγουν, τον Πόλεμο, 45 χρόνια σοσιαλιστικού καθεστώτος και τώρα τη "δημοκρατία" της "ελεύθερης" αγοράς... "Σε όσους με γνωρίζουν να πείτε ότι η μπάμπω ζει" μου είπε, όταν την χαιρετούσα. "Θα το πω" της είπα. Έτσι, αποφάσισα να γράψω αυτές τις γραμμές και ανεβάσω αυτές τις φωτογραφίες. Γιατί μαζί με τη μπάμπω Στάμω ζει κι ένας ολόκληρος κόσμος, ο οποίος περιμένει ένα νεύμα για να βγει στην επιφάνεια, να τραγουδήσει, να χορέψει και να αποτινάξει από πάνω του πολέμους, καθεστώτα, μνημόνια και κάθε λογής κακό, που κηδεμονεύει την πρεπιά και την ανθρωπιά μας.  Η κραυγή της μπάμπως ηχεί πιο δυνατά από κάθε άλλη φορά. "Ζω". Και όχι μόνον ζει, αλλά "ανθεί και φέρει κι άλλο"...




Η μπάμπο-Στάμω





Το γεύμα σε μια ταβέρνα. Όλα πλουσιοπάροχα. Η Νταρίνα, τραουδίστρια ειδικευμένη στα παραδοσιακά τραγούδια, μας τραγούδησε στα ελληνικά κάποια τραγούδια που είχε μάθει από τη γιαγιά της. Τη συνόδευαν δύο μουσικοί, ένας στην γκάιντα κι ένας στο ακορντεόν. Δεν μπόρεσα να αποφύγω σκέψεις και προβληματισμούς... Πίσω από τη σκηνική παρουσία της Νταρίνα και την άρτια κλασική τεχνική της, η οποία έχει εμβαπτίσει το βουλγάρικο φολκλόρ ήδη από τα χρόνια του '50, βίωνα τον απόηχο ενός κόσμου, ο οποίος είχε στηθεί για να προάγει το σοσιαλιστικό ιδεώδες με όχημα την μουσική. Θυμήθηκα όσα γράφει ο Timothy Rice και η Donna Ann Buchanan για την Βουλγαρία και την "κολεκτιβοποίηση της μουσικής". Η ατμόσφαιρα απέπνεε μια γλυκερή μελαγχολία. Μια μελαγχολία για έναν κόσμο που υποτίθεται ότι στήθηκε σε νέες βάσεις χρησιμοποιώντας οικοδομικά υλικά του παρελθόντος, για να καταρρεύσει στη συνέχεια με το πρώτο φύσημα του ανέμου... Όταν πήραν τα παιδιά τα δικά μας τις γκάιντες είχαμε την ευκαιρία να δούμε την άλλη όψη του νομίσματος. Την ελληνική περίπτωση, όπως αυτή ξεδιπλώθηκε τα τελευταία χρόνια, προσπαθώντας να πιάσει το νήμα από τους παππούδες γκαϊντατζήδες, επιστρατεύοντας ωστόσο, μοιραία, και τις μουσικές πληροφορίες που έρχονταν από τη Βουλγαρία. Οι Βούλγαροι μουσικοί άκουγαν τα παιδιά, τα οποία δεν έχουν σχέση με τις εκεί ακαδημίες και κάτι σαν να σχολίαζαν. Κουβέντες μουσικών... Εγώ, πάλι, από τη σκοπιά μου έβλεπα τις δύο σημερινές εκδοχές δύο κόσμων, οι οποίοι έμελλε να αλλάξουν πορείες κατά τη σοσιαλιστική περίοδο, για να ξανασυναντηθούν στη συνέχεια, όπως συναντήθηκαν, με ό,τι ζητήματα προέκυψαν από την συνάντηση αυτή. Αυτό που ζούσαμε στην ταβέρνα του Ακ Μπουνάρ ήταν ένα μέρος αυτής της συνάντησης... Στο μυαλό μου τριβέληζαν διάφορα... Προσπαθούσα να ερμηνεύσω κάθε νότα... Η ανάλυση δικτύων προσπαθούσε να μονοπωλήσει τη σκέψη μου, στερώντας μου ώρες ώρες τη χαρά να αφεθώ στους ήχους και τις αισθήσεις. Έτσι... χωρίς όρους... χωρίς την επαγγελματική διαστροφή του να προσπαθεί κανείς να δίνει ερμηνείες για κάθε τι. Με έσωσε η φωτογραφική μου μηχανή. Άφησα τον ήχο κάπου στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου και άρχισα να φωτογραφίζω το χορό.

Η Νταρίνα και η Μαρία

Λαλώντας στο Ακ Μπουνάρ

Με την γκάιντα επ ώμου

Λαλώντας στο Ακ Μπουνάρ

Λαλώντας στο Ακ Μπουνάρ

Χορός στο Ακ Μπουνάρ

Επιστροφή στο Διδυμότειχο αργά το βράδυ. Όλοι κουρασμένοι. Παρ' όλα αυτά, βγάλαμε πρόγραμμα να προβάλουμε την ταινία "Γκάιντες λαλούν", για όσους δεν την είχαν δει και να παραγγείλουμε πίτσες. Μετά θα ακολουθούσε συζήτηση. Η προβολή άρχισε στις 11:30... Στη συνέχεια ο Γιάννης Πραντσίδης μας έδειξε αποσπάσματα από μια συνέντευξή του με έναν παλαιό γκαϊντατζή από ένα χωριό της Βόρειας Θράκης και ο Δήμος μας έβαλε ένα ηχογραφημένο απόσπασμα χιουμοριστικής παρλάτας στην καβακλιώτικη διάλεκτο. Η συζήτηση που ακολούθησε, για τους ήρωες που άντεξαν στο ξενύχτι, είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον. Θίχτηκαν ζητήματα που αφορούν την ομογενοποίηση των τοπικών πολιτισμικών εκφάνσεων από την κεντρική-εξουσιαστική κουλτούρα, θέματα τοπικών ιδιαιτεροτήτων και άλλα συναφή, για να καταλήξουμε στο σήμερα: γιατί, δηλαδή, αξίζει να ασχολούμαστε με όλα αυτά... Οι τοποθετήσεις πάρα πολλές. Όλοι πάντως συμφωνήσαμε ότι, αυτό που μας μαγεύει σε όλα αυτά δεν είναι η διάθεση του φετιχιστή-μουσικού αρχαιολόγου, αλλά η ανθρωπιά και η ανθρώπινη διάσταση που τα διακατέχει, τα οποία είναι πολύ σημαντικά διδάγματα και καταφυγές για όλους εμάς τους ανθρώπους των μεταμοντέρνων καιρών... Πήγαμε για ύπνο κατά τις 3 τα ξημερώματα.

Την Πέμπτη, τέταρτη ημέρα του Σεμιναρίου, το πρωινό ήταν λίγο πιο χαλαρό, γνωρίζοντας ότι όλοι θα ήταν κουρασμένοι από το ταξίδι. Ενώ το πρόγραμμα έλεγε 11, είπαμε να βρεθούμε στις 12. Πήγαμε και πήραμε τον Πασχάλη από την Παταγή. Ήρθε στο Σεμινάριο και άρχισε να παίζει... Εκεί ένιωσα όλους τους συμμετέχοντες να ρουφάνε την κάθε νότα του... Να βιντεοσκοπούν με κινητά και τάμπλετ, τα κάθονται σε μια γωνία και να αφουγκράζονται... Η βροντόφωνη γκάιντά του κουδούνιζε στο κτήριο του σχολείου, δίνοντας διαφορετική υπόσταση σε κάθε ήχο, ο οποίος πλεκόταν αρμονικά και γλυκά με όλους τους προηγούμενους και όλους τους επόμενους. Ήταν το επίκεντρο της ημέρας. Ο Στέργιος ανέλαβε να κάνει ένα κοινό εργαστήριο, όπου ο Πασχάλης τους δίδαξε έναν μαντιλάτο και ο Στέργιος τον σταμάταγε κάθε τόσο, έγραφε στον πίνακα και όλοι μαζί έπαιζαν μαζί με τον Πασχάλη. Χρειάστηκε να πεταχτώ σε μια δουλειά, αλλά όταν γύρισα έβλεπα στα μάτια όλων ένα μίγμα άγριας χαράς και γαλήνης. Σαν να έχεις μόλις βιώσεις κάτι μοναδικό, σαν να κατανοείς επιτέλους κάτι το οποίο μέχρι τώρα ήταν μέσα σ' ένα σύννεφο, μακριά σου. 



Ο Πασχάλης στο 1ο Δημοτικό Σχολείο

Πασχάλης Κιτσικούδης

Στιγμιότυπο δημιουργικής φασαρίας


Δημιουργική φασαρία


Δημιουργική φασαρία

Πασχάλης Κιτσικούδης

Πασχάλης Κιτσικούδης


Δημιουργική φασαρία


Γλέντι στη "Θρακιώτισσα"

Η συνέχεια στην Θρακιώτισσα, την ταβέρνα που τρώγαμε. Ο Πασχάλης με τον Αστρούδη εκεί! Μόλις φάγαμε, ο Πασχάλης, για να με ευχαριστήσει, έπαιξε την "Πέρδικα". Ένα από τα αγαπημένα μου τραπεζικά τραγούδια. Ήταν η δικιά μου στιγμή μέσα στο Σεμινάριο... Αφέθηκα... Τραγούδησα... Πίσω από κάθε λέξη έβλεπα εικόνες... Τους φίλους που έκανα όλα αυτά τα χρόνια, τα ατελειώτα χιλιόμετρα μέσα στα μπαΐρια, συναισθήματα, σιωπές, ξεσπάσματα... Και όλα αυτά να μετασχηματίζονται σε ήχους και να γίνονται τραγούδι.



Μια πέρδικα 'πο το βουνό και μια καλή τρυγώνα
σ' όλον τον κόσμον γύνιρε σ' εμένα στέκει ν άγρια
έλα, έλα μαρ' πέρδικα στο γόνα μ' για να κάτσεις
δεν έρχομαι ν αφέντη μου στο γόνα σ' για να κάτσω
έχεις παιδιά πάρα πολλά κι όλα ν αρβανιτούδια
θα βγούνε και θα παινεθούν στ' άστρη και στο φεγγάρι...

Ξεκούραση... Το βράδυ είχαμε να πάμε στο Ασπρονέρι.

Ασπρονέρι... Οι άνθρωποι είχαν κάνει του κόσμου τις προετοιμασίες. Φαγητά, πιοτά, ηχητικά... Απονομή τιμητικής πλακέτας στην εγγονή του Γιώργη Δεμερτζή, ο οποίος μας κοίταζε από ψηλά... Πάνω όμως που άρχισαν οι γκάιντες ξεκίνησε μια απίστευτη βροχή... Άρον άρον τα μαζέψαμε. Πήγαμε στον Σύλλογο, όπου έχει μια αίθουσα. Μικρή μεν, αλλά κάναμε το γλεντάκι μας... Είχαμε πάει να πάρουμε και τον Θεοδόση... Ευτυχώς η Βάσω είχε ομπρέλα μαζί της και πήρε τον γέροντα για να μη βρέχεται. Ενώ το γλέντι είχε ανάψει, όλοι μας αναρωτιόμασταν: πού είναι ο Θεοδόσης; Ο Δεντσίδης έφυγε ανήσυχος να τον αναζητήσει. Τον βρήκε, μαζί με τη Βάσω, να λέει μασάλια με τις γυναίκες του χωριού σε ένα μαγαζί... Όλα καλά...

Στον Σύλλογο, στο Ασπρονέρι

Στον Σύλλογο, στο Ασπρονέρι

Στον Σύλλογο, στο Ασπρονέρι

Τα χέρια του Στρατή να οδηγούν

Χορεύοντας στο Ασπρονέρι
Θεοδόσης
Αγγίζοντας τον ήχο...
 
Το γλέντι ήταν πάρα πολύ ωραίο... Ο κόσμος είχε απίστευτη όρεξη. Είχαν κάνει πολύ κόπο για να το οργανώσουν. Τα κορίτσια είχαν προετοιμαστεί για να χορέψουν... Άλλωστε το Ασπρονέρι έχει πολύ νέο πληθυσμό, ο οποίος διψά για τέτοια πράγματα. Η στενοχώρια μου δεν κρυβόταν... Ωστόσο η βροχή είναι κάτι που δεν μπορείς να το προβλέψεις... Παίξαν όλοι... Ήρθε και η σειρά του Θεοδόση... Όλοι σιώπησαν... Αφουγκράζονταν... Όταν ετοιμαζόμασταν για να φύγουμε η κυρα-Δήμητρα, τραγουδίστρια και μερακλίνα, ζήτησε να πει ένα τραγούδι. Είπε την "Πέρδικα", η μελωδία της οποίας είχε ακουστεί και νωρίτερα... Παραθέτω το βιντεάκι.



Τελευταία ημέρα του σεμιναρίου. Ανάμικτα συναισθήματα. Χρωστάγαμε μια συζήτηση για οργανολογικά ζητήματα. Έτσι μιλήσαμε για τις διαφορές της εβρίτικης γκάιντας (και της παλαιάς γκάιντας εν γένει) με τις βουλγάρικες και τις νεότερες. Στο μεταξύ ήρθαν ο Πασχάλης, ο Θεοδόσης και φυσικά ο Στρατής. Περάσαμε στη δημιουργική φασαρία. Η Σμαράγδα να γράφει τα διπλώματα που δόθηκαν στους συμμετέχοντες. Στρογγυλή σφραγίδα και υπογραφή του Δημάρχου και του επιστημονικού υπεύθυνου (εμού δηλαδή...). Απονομή σε όσους θα έφευγαν. Το βράδυ συναυλία μπροστά στο τζαμί.


Ετοιμάζοντας τα διπλώματα

Αναμνηστική φωτογραφία

Στα προηγούμενα Σεμινάρια είχαμε επιλέξει για την καταληκτήρια συναυλία τον χώρο του Καλέ. Με θέα όλη την πόλη φωταγωγημένη, ήταν πραγματική μαγεία. Ωστόσο, υπήρχε δυσκολία στην πρόσβαση. Εφέτος αποφασίσαμε να γίνει στο Τζαμί. Στήθηκαν καρέκλες, πήραμε ηχητικά τον Σωτήρη, ο οποίος έβγαλε έναν ομολογουμένως πάρα πολύ ωραίο ήχο. Απονομή των διπλωμάτων. Στη συνέχεια, η συναυλία. Έπαιζαν όλοι, είτε κατά μόνας, είτε σε σχήματα... Αγωνία να μην ξεχάσουμε κανένα... Η Σμαράγδα κι εγώ να στήνουμε το πρόγραμμα on the fly. Αγωνία να μην ξεχάσουμε κανέναν, αγωνία ώστε η συναυλία να έχει ροή... Κατάληξη ο Πασχάλης, φυσικά... Σκηνές ροκ!.. Χορός... Ξαλάφρωμα... Θυμάμαι τον εαυτό μου, στο τέλος, να παίρνει το μικρόφωνο και να λέει: "Εδώ τελειώνει το 4ο Σεμινάριο Εβρίτικης Γκάιντας. Ραντεβού του χρόνου, από 17 ως 21 Αυγούστου 2016, στο 5ο Σεμινάριο Εβρίτικης Γκάιντας. Να είμαστε όλοι καλά!".

Μετά τη συναυλία πήγαμε σε μια ταβερνούλα. Ένιωθα να χαλαρώνω και να ηρεμώ... Κουβέντες... πρώτες αποτιμήσεις... απολογισμοί... Στα αφτιά μου ηχούσαν τα λόγια του φίλου μου, Αλέξανδρου Αλεξανδρόπουλου, ο οποίος παρακολούθησε το σεμινάριο εφέτος για πρώτη χρονιά: "Ήταν πολύ πάνω από τις προσδοκίες μου. Δεν ήταν σεμινάριο, ήταν master class". Τα λόγια αυτά με ταρακούνησαν και συνάμα με γέμισαν με χαρά αλλά και ευθύνη. Αν ήταν έτσι, αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αγάπη και στην σύμπνοια των ανθρώπων που έλαβαν μέρος. Στους φίλους που διαβίωσαν επί πέντε ημέρες στον ξενώνα, κάνοντας ένα πρώτο βήμα κοινωνικοποίησης, πάνω στο οποίο πάτησαν τα μαθήματα και τα γλέντια. Πάνω απ' όλα, όμως, η επιτυχία οφείλεται στους παππούδες γκαϊντατζήδες, οι οποίοι και εφέτος αγκάλιασαν την προσπάθειά μας...
Από τη συναυλία στο τζαμί

Το ακροατήριο

Το ακροατήριο

Την τελευταία βραδιά, μετά την Συναυλία, δεν το γνωρίζαμε. Την επόμενη το πρωί, όμως, μάθαμε ότι το μεσημέρι της τελευταίας ημέρας του Σεμιναρίου γεννήθηκε η κορούλα του Γιάννη Σαρσάκη, που την περιμέναμε από μέρα σε μέρα. Οι ευχές όλων μας μαζί της! Έτσι, έκλεισε και συμβολικά ένα Σεμινάριο που ξεκίνησε με μια πρόταση γάμου και ολοκληρώθηκε με μια γέννα. Θεϊκό σημάδι; Πιθανόν...

Οι απόηχοι του Σεμιναρίου έρχονταν κάθε τόσο στο μυαλό μας και τις επόμενες ημέρες. Στη βόλτα μας στην Αδριανούπολη, το Σάββατο, την επόμενη ημέρα της λήξης του Σεμιναρίου, καθώς και στο μακρύ ταξίδι της επιστροφής στην Αθήνα μαζί με τη Σμαράγδα και τον Δημήτρη. Ανάμεσα σε σιωπές, σαν να ήμασταν συντονισμένοι, ανακαλούσαμε ένα περιστατικό, ένα αστείο, ένα συναίσθημα, μια διαπίστωση...

Αθήνα... Επεξεργασία φωτογραφιών. Ανέβασμα στο facebook. Κάθε καρέ, κάθε like, κάθε κοινοποίηση να ενεργοποιεί έναν ολόκληρο ωκεανό αισθήσεων. Ένα σύννεφο ενέργειας ικανό να μας δίνει τροφή για τη χρονιά που έρχεται και να ζητά από εμάς να φανούμε άξιοι και την επόμενη χρονιά να ανταμώσουμε, στο 5ο Σεμινάριο. Ωστόσο ο καιρός είναι πολύς μέχρι τότε... Ήδη άρχισα να τρώγομαι και να προσπαθώ να μεθοδεύσω την επόμενη επίσκεψή μου στον Έβρο μέσα στο χειμώνα. Υγεία να υπάρχει... Τον αγαπάω πολύ αυτόν τον τόπο... Αγαπάω τους ανθρώπους, τους γκαϊντατζήδες, τις γιαγιάδες, τους φίλους μου από το Διδυμότειχο... Λατρεύω την αυλίτσα στο εργαστήριο του Σαρσάκη, τον ξενώνα μας, το τζαμί, τα μπαΐρια... Μα πάνω απ' όλα λατρεύω την προσμονή της συνάντησης... Είναι σαν, με κάθε επίσκεψη, να ξαναπιάνεις το νήμα και να ξαναζεις με ανθρώπους που έχεις μοιραστεί μύχιες σκέψεις, συναισθήματα και αγωνίες. Στους ανθρώπους αυτούς χρωστάω τα μάτια που βλέπω τον κόσμο! Όλα όσα έχουμε βιώσει είναι στιγμές ακριβές και γι' αυτό μοναδικές. Ο πεζός λόγος αδυνατεί να τις περιγράψει. Μόνον μέσα από τα τραγούδια μπορούν να περιγραφούν και μόνον όσοι είναι άξιοι μπορούν να τις αποκωδικοποιήσουν και να τις νιώσουν.

Καληνύχτα Θεοδόση, καληνύχτα Πασχάλη, καληνύχτα μπάμπω-Στάμω.

Καλήν αντάμωση!..

 








Καλώς ήλθατε στα "Ανθολογήματα"

Καλώς ορίσατε στο blog του Χάρη Σαρρή.

Μοιράζομαι μαζί σας γραφτά για τη μουσική, κείμενα, φωτογραφίες, σκέψεις και ό,τι άλλο βάλει ο νους και η φαντασία μου!